οὔνης: Difference between revisions

From LSJ

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source
(30)
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=oynis
|Transliteration C=oynis
|Beta Code=ou)/nhs
|Beta Code=ou)/nhs
|Definition=<b class="b3">κλέπτης, κλεπτῶν συνηφαρεία</b> (sic), Hsch. οὔνιος· <b class="b3">εὖνις, δρομεύς, κλέπτης</b>, Id. οὔνομα, οὐνομάζω, etc., <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[ὄνομα]], [[ὀνομάζω]], etc. οὖνον· <b class="b3">ὑγιές. Κύπριοι δρόμον</b>, Id.</span>
|Definition=<b class="b3">κλέπτης, κλεπτῶν συνηφαρεία</b> (sic), [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] οὔνιος· [[εὖνις]], [[δρομεύς]], [[κλέπτης]], Id. οὔνομα, οὐνομάζω, etc., v. [[ὄνομα]], [[ὀνομάζω]], etc. οὖνον· <b class="b3">ὑγιές. Κύπριοι δρόμον</b>, Id.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 09:13, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οὔνης Medium diacritics: οὔνης Low diacritics: ούνης Capitals: ΟΥΝΗΣ
Transliteration A: oúnēs Transliteration B: ounēs Transliteration C: oynis Beta Code: ou)/nhs

English (LSJ)

κλέπτης, κλεπτῶν συνηφαρεία (sic), Hsch. οὔνιος· εὖνις, δρομεύς, κλέπτης, Id. οὔνομα, οὐνομάζω, etc., v. ὄνομα, ὀνομάζω, etc. οὖνον· ὑγιές. Κύπριοι δρόμον, Id.

Greek (Liddell-Scott)

οὔνης: «κλέπτης» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

οὔνης (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κλέπτης, κλεπτῶν συνηφαρεία».
[ΕΤΥΜΟΛ. βλ. λ. ούνει].