ὀχετοκράνιον: Difference between revisions

From LSJ

ὕδωρ δὲ πίνων οὐδὲν ἂν τέκοι σοφόν → by drinking water you would never create anything great

Source
(30)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὀχετοκράνιον, τὸ (Α) [[οχετόκρανον]]<br />υποκορ. του [[οχετόκρανον]].
|mltxt=ὀχετοκράνιον, τὸ (Α) [[οχετόκρανον]]<br />υποκορ. του [[οχετόκρανον]].
}}
{{pape
|ptext=τό, = [[ὀχετόκρανον]], <i>EM</i>.
}}
}}

Latest revision as of 17:10, 24 November 2022

Greek Monolingual

ὀχετοκράνιον, τὸ (Α) οχετόκρανον
υποκορ. του οχετόκρανον.

German (Pape)

τό, = ὀχετόκρανον, EM.