ματρόθεν: Difference between revisions

m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 12: Line 12:


{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>μᾱτρόθεν</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> on [[their]] mothers' [[side]] τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας (sc. εὔχονται) (O. 7.24) ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν [[κάτω]], τὰ δ' [[ὕπερθε]] πατρός (P. 2.48) καὶ ματρόθε Λαβδακίδαισιν σύννομοι πλούτου διέστειχον τετραοριᾶν πόνοις (I. 3.17)
|sltr=<b>μᾱτρόθεν</b> on [[their]] mothers' [[side]] τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας (''[[sc.]]'' εὔχονται) (O. 7.24) ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν [[κάτω]], τὰ δ' [[ὕπερθε]] πατρός (P. 2.48) καὶ ματρόθε Λαβδακίδαισιν σύννομοι πλούτου διέστειχον τετραοριᾶν πόνοις (I. 3.17)
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ματρόθεν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> <b>βλ.</b> [[μητρόθεν]].
|mltxt=[[ματρόθεν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> <b>βλ.</b> [[μητρόθεν]].
}}
{{pape
|ptext=Dor. = [[μητρόθεν]].
}}
}}

Latest revision as of 11:25, 30 November 2022

English (LSJ)

Doric etc. for μητρόθεν.


English (Slater)

μᾱτρόθεν on their mothers' side τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας (sc. εὔχονται) (O. 7.24) ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός (P. 2.48) καὶ ματρόθε Λαβδακίδαισιν σύννομοι πλούτου διέστειχον τετραοριᾶν πόνοις (I. 3.17)

Greek Monolingual

ματρόθεν (Α)
επίρρ. βλ. μητρόθεν.

German (Pape)

Dor. = μητρόθεν.