συμμειγνύω: Difference between revisions
From LSJ
Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt mala → Recht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft
m (LSJ2 replacement) |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=summeignu/w | |Beta Code=summeignu/w | ||
|Definition=v. [[συμμείγνυμι]]. | |Definition=v. [[συμμείγνυμι]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]]. | |mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 19:45, 27 September 2022
English (LSJ)
v. συμμείγνυμι.
Greek Monolingual
ΝΜΑ, και συμμείγνυμι και επικ. και ιων. και αττ. τ. συμμίσγω Α
βλ. συμμιγνύω.