κίτταρος: Difference between revisions

m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "οῡσι" to "οῦσι")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κίτταρος]], ὁ (Α) [[κίτταρις]]<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[διάδημα]] ὅ φοροῡσι Κύπριοι, οἱ δὲ τὰ διαδήματα φοροῡντες κίτταροι λέγονται».
|mltxt=[[κίτταρος]], ὁ (Α) [[κίτταρις]]<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[διάδημα]] ὅ φοροῦσι Κύπριοι, οἱ δὲ τὰ διαδήματα φοροῦν
τες κίτταροι λέγονται».
}}
}}

Latest revision as of 13:00, 28 March 2021

English (LSJ)

ὁ, wearer of κίδαρις (Cyprian), Hsch.

Greek Monolingual

κίτταρος, ὁ (Α) κίτταρις
(κατά τον Ησύχ.) «διάδημα ὅ φοροῦσι Κύπριοι, οἱ δὲ τὰ διαδήματα φοροῦν τες κίτταροι λέγονται».