υπεράρχιος: Difference between revisions

From LSJ

κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me

Source
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />ο [[παραπάνω]] από οποιαδήποτε [[αρχή]], αυτός που υπάρχει [[πριν]] από οποιαδήποτε [[αρχή]] («ἡ [[ἀρχίθεος]] καὶ [[ὑπεράρχιος]] τοῦ υἱοῡ τοῦ Θεοῡ [[ὑπόστασις]]», Αθανάσ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀρχή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μετ</i>-<i>άρχ</i>-<i>ιος</i>)].
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />ο [[παραπάνω]] από οποιαδήποτε [[αρχή]], αυτός που υπάρχει [[πριν]] από οποιαδήποτε [[αρχή]] («ἡ [[ἀρχίθεος]] καὶ [[ὑπεράρχιος]] τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ [[ὑπόστασις]]», Αθανάσ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀρχή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μετ</i>-<i>άρχ</i>-<i>ιος</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 20:30, 13 June 2022

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
ο παραπάνω από οποιαδήποτε αρχή, αυτός που υπάρχει πριν από οποιαδήποτε αρχή («ἡ ἀρχίθεος καὶ ὑπεράρχιος τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὑπόστασις», Αθανάσ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἀρχή + κατάλ. -ιος (πρβλ. μετ-άρχ-ιος)].