κιθαρωδός: Difference between revisions
From LSJ
ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → for extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable (Corpus Hippocraticum, Aphorisms 1.6.2)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ό, ἡ (Α [[κιθαρωδός]], ὁ, ἡ, ποιητ. τ. [[κιθαραοιδός]], θηλ. και [[κιθαρωδίστρια]])<br />αυτός που παίζει [[κιθάρα]] και ταυτοχρόνως τραγουδά («ὡς κιθαρῳδῶν κιθαριζόντων ἐν ταῖς κιθάραις αὐτῶν», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] ψαριού της Ερυθράς Θάλασσας, [[κίθαρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κιθάρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ῳδός</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ωδή</i>), [[πρβλ]]. | |mltxt=ό, ἡ (Α [[κιθαρωδός]], ὁ, ἡ, ποιητ. τ. [[κιθαραοιδός]], θηλ. και [[κιθαρωδίστρια]])<br />αυτός που παίζει [[κιθάρα]] και ταυτοχρόνως τραγουδά («ὡς κιθαρῳδῶν κιθαριζόντων ἐν ταῖς κιθάραις αὐτῶν», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] ψαριού της Ερυθράς Θάλασσας, [[κίθαρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κιθάρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ῳδός</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ωδή</i>), [[πρβλ]]. [[λυρωδός]], [[χορωδός]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 07:45, 24 August 2021
Greek Monolingual
ό, ἡ (Α κιθαρωδός, ὁ, ἡ, ποιητ. τ. κιθαραοιδός, θηλ. και κιθαρωδίστρια)
αυτός που παίζει κιθάρα και ταυτοχρόνως τραγουδά («ὡς κιθαρῳδῶν κιθαριζόντων ἐν ταῖς κιθάραις αὐτῶν», ΚΔ)
αρχ.
είδος ψαριού της Ερυθράς Θάλασσας, κίθαρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κιθάρα + -ῳδός (< ωδή), πρβλ. λυρωδός, χορωδός].