ταλάσειος: Difference between revisions

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3
(13_1)
 
(6_4)
 
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1065.png Seite 1065]] zum Wollespinnen gehörig, episch [[ταλασήϊος]], ταλασήϊα ἔργα, = [[ταλασία]], Ap. Rh. 3, 292; Nonn. S. [[ταλάσιος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1065.png Seite 1065]] zum Wollespinnen gehörig, episch [[ταλασήϊος]], ταλασήϊα ἔργα, = [[ταλασία]], Ap. Rh. 3, 292; Nonn. S. [[ταλάσιος]].
}}
{{ls
|lstext='''τᾰλάσειος''': -α, -ον, μόνον ἐν τῷ Ἰων. καὶ Ἐπικ. τύπῳ *τᾰλᾰσήιος, η, ον, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν κλῶσιν τῶν ἐρίων, ταλασήια ἔργα = [[ταλασία]], Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 292· οὕτω ταλάσια ἔργα Ξεν. Οἰκ. 7. 6· ταλ. [[ἱδρώς]], ὁ ἐκ τοῦ κόπου τοῦ νήθειν, Νόνν. Δ. 6. 142. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ταλάσια· τὰ ἔρια. καὶ ἡ ἐν τοῖς ταλάροις ἐργαζομένη [[κρόκη]], ἢ ἔρια».
}}
}}

Latest revision as of 10:17, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 1065] zum Wollespinnen gehörig, episch ταλασήϊος, ταλασήϊα ἔργα, = ταλασία, Ap. Rh. 3, 292; Nonn. S. ταλάσιος.

Greek (Liddell-Scott)

τᾰλάσειος: -α, -ον, μόνον ἐν τῷ Ἰων. καὶ Ἐπικ. τύπῳ *τᾰλᾰσήιος, η, ον, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν κλῶσιν τῶν ἐρίων, ταλασήια ἔργα = ταλασία, Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 292· οὕτω ταλάσια ἔργα Ξεν. Οἰκ. 7. 6· ταλ. ἱδρώς, ὁ ἐκ τοῦ κόπου τοῦ νήθειν, Νόνν. Δ. 6. 142. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ταλάσια· τὰ ἔρια. καὶ ἡ ἐν τοῖς ταλάροις ἐργαζομένη κρόκη, ἢ ἔρια».