μετεισέρχομαι: Difference between revisions
From LSJ
(6_6) |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=meteiserchomai | |Transliteration C=meteiserchomai | ||
|Beta Code=meteise/rxomai | |Beta Code=meteise/rxomai | ||
|Definition= | |Definition=[[pass into]], Phot. [[sub verbo|s.v.]] [[ἐρινάζειν]]. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μετεισέρχομαι''': ἔκ τινος μέρους [[εἰσέρχομαι]] εἰς [[ἄλλο]], ἐπὶ τῶν ψηνῶν τῶν ἐκ τῶν ἐρινεῶν μετεισερχμένων εἰς τὸν τῶν ἡμέρων συκῶν καρπόν, Φώτιος ἐν λ. ἐρινάζειν. | |lstext='''μετεισέρχομαι''': ἔκ τινος μέρους [[εἰσέρχομαι]] εἰς [[ἄλλο]], ἐπὶ τῶν ψηνῶν τῶν ἐκ τῶν ἐρινεῶν μετεισερχμένων εἰς τὸν τῶν ἡμέρων συκῶν καρπόν, Φώτιος ἐν λ. ἐρινάζειν. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μετεισέρχομαι]] (Α)<br />(για ένα [[είδος]] μικρών εντόμων) [[βγαίνω]] από τον καρπό της άγριας συκιάς και [[μπαίνω]] στον καρπό της ήμερης. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 04:40, 24 August 2022
English (LSJ)
pass into, Phot. s.v. ἐρινάζειν.
Greek (Liddell-Scott)
μετεισέρχομαι: ἔκ τινος μέρους εἰσέρχομαι εἰς ἄλλο, ἐπὶ τῶν ψηνῶν τῶν ἐκ τῶν ἐρινεῶν μετεισερχμένων εἰς τὸν τῶν ἡμέρων συκῶν καρπόν, Φώτιος ἐν λ. ἐρινάζειν.
Greek Monolingual
μετεισέρχομαι (Α)
(για ένα είδος μικρών εντόμων) βγαίνω από τον καρπό της άγριας συκιάς και μπαίνω στον καρπό της ήμερης.