λευκοπληθής: Difference between revisions

(6_7)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=lefkoplithis
|Transliteration C=lefkoplithis
|Beta Code=leukoplhqh/s
|Beta Code=leukoplhqh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">full of persons in white</b>, ἐκκλησία <span class="bibl">Ar.<span class="title">Ec.</span>387</span>.</span>
|Definition=λευκοπληθές, [[full of persons in white]], ἐκκλησία Ar.''Ec.''387.
}}
{{pape
|ptext=[[ἐκκλησία]], Ar. <i>Eccl</i>. 387, <i>die [[Versammlung]] von [[weißen]], weißgekleideten [[Menschen]]</i>.
}}
{{elru
|elrutext='''λευκοπληθής:''' [[полный одетыми в белое людьми]] ([[ἐκκλησία]] Arph.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λευκοπληθής''': -ές, [[πλήρης]] ἀνθρώπων ἐνδεδυμένων [[λευκά]], [[ἐκκλησία]] Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 387.
|lstext='''λευκοπληθής''': -ές, [[πλήρης]] ἀνθρώπων ἐνδεδυμένων [[λευκά]], [[ἐκκλησία]] Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 387.
}}
{{grml
|mltxt=[[λευκοπληθής]], -ές (Α)<br />(για [[συνέλευση]] του λαού) [[γεμάτος]] ανθρώπους ντυμένους στα [[λευκά]] («οὐ γὰρ ἀλλ' ὑπερφυῶς ὡς [[λευκοπληθὴς]] ἦν ἰδεῖν [[ἐκκλησία]]», <b>Αριστοφ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 11:54, 25 August 2023

English (LSJ)

λευκοπληθές, full of persons in white, ἐκκλησία Ar.Ec.387.

German (Pape)

ἐκκλησία, Ar. Eccl. 387, die Versammlung von weißen, weißgekleideten Menschen.

Russian (Dvoretsky)

λευκοπληθής: полный одетыми в белое людьми (ἐκκλησία Arph.).

Greek (Liddell-Scott)

λευκοπληθής: -ές, πλήρης ἀνθρώπων ἐνδεδυμένων λευκά, ἐκκλησία Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 387.

Greek Monolingual

λευκοπληθής, -ές (Α)
(για συνέλευση του λαού) γεμάτος ανθρώπους ντυμένους στα λευκά («οὐ γὰρ ἀλλ' ὑπερφυῶς ὡς λευκοπληθὴς ἦν ἰδεῖν ἐκκλησία», Αριστοφ.).