Κοπρεαῖος: Difference between revisions

From LSJ

φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits

Source
(6_15)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Κοπρεαῖος''': ὁ, κύριόν τι [[ὄνομα]] σχηματισθὲν ἐκ τοῦ [[κόπρος]], «κοπρίτης», Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 317.
|lstext='''Κοπρεαῖος''': ὁ, κύριόν τι [[ὄνομα]] σχηματισθὲν ἐκ τοῦ [[κόπρος]], «κοπρίτης», Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 317.
}}
{{elru
|elrutext='''Κοπρεαῖος:''' ὁ [[Копреей]] (шутл. собств. имя от [[κοπρέω]]) Arph.
}}
}}

Latest revision as of 10:00, 23 August 2022

Greek (Liddell-Scott)

Κοπρεαῖος: ὁ, κύριόν τι ὄνομα σχηματισθὲν ἐκ τοῦ κόπρος, «κοπρίτης», Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 317.

Russian (Dvoretsky)

Κοπρεαῖος:Копреей (шутл. собств. имя от κοπρέω) Arph.