τεχνολογικῶς: Difference between revisions
From LSJ
καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer
(6_7) |
(41) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τεχνολογικῶς''': Ἐπίρρ., κατὰ τεχνολογίαν, Δράκων 147. | |lstext='''τεχνολογικῶς''': Ἐπίρρ., κατὰ τεχνολογίαν, Δράκων 147. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[τεχνολογικῶς]] ΝΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[τεχνολογικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τεχνολογία]], μέσω ενός αμάρτυρου στην Αρχαία επιθ. [[τεχνολογικός]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:50, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 1104] kunstgemäß abhandelnd, Draco.
Greek (Liddell-Scott)
τεχνολογικῶς: Ἐπίρρ., κατὰ τεχνολογίαν, Δράκων 147.
Greek Monolingual
τεχνολογικῶς ΝΜΑ
βλ. τεχνολογικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεχνολογία, μέσω ενός αμάρτυρου στην Αρχαία επιθ. τεχνολογικός].