ἱππόλυτος: Difference between revisions
(6_18) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ippolytos | |Transliteration C=ippolytos | ||
|Beta Code=i(ppo/lutos | |Beta Code=i(ppo/lutos | ||
|Definition= | |Definition=ἱππόλυτον, [[letting horses loose]], dub. l. in ''APl.''4.44 (fort. [[ἱππελάτης]]). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἱππόλῠτος''': -ον, ὁ λύων, ἀφίνων ἐλευθέρους τοὺς ἵππους, Ἀνθ. Πλαν. 44˙ Λοβέκ. [[ἱππελάτης]]. | |lstext='''ἱππόλῠτος''': -ον, ὁ λύων, ἀφίνων ἐλευθέρους τοὺς ἵππους, Ἀνθ. Πλαν. 44˙ Λοβέκ. [[ἱππελάτης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἱππόλυτος]], -ον (Α)<br />αυτός που λύνει τους ίππους, αυτός που αφήνει ελεύθερους τους ίππους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>λυτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>λύω</i>), [[πρβλ]]. [[παράλυτος]], [[φρεσσίλυτος]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:39, 25 August 2023
English (LSJ)
ἱππόλυτον, letting horses loose, dub. l. in APl.4.44 (fort. ἱππελάτης).
German (Pape)
[Seite 1260] Rosse abspannend, ἱππολύτης χάρμης Ep. ad. 360 (Plan. 44), Lob. vermuthet ἱππελάτης.
Greek (Liddell-Scott)
ἱππόλῠτος: -ον, ὁ λύων, ἀφίνων ἐλευθέρους τοὺς ἵππους, Ἀνθ. Πλαν. 44˙ Λοβέκ. ἱππελάτης.
Greek Monolingual
ἱππόλυτος, -ον (Α)
αυτός που λύνει τους ίππους, αυτός που αφήνει ελεύθερους τους ίππους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -λυτος (< λύω), πρβλ. παράλυτος, φρεσσίλυτος].