γλωσσοπυρσόμορφος: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ κρῖν' ὁρῶν τὸ κάλλος, ἀλλὰ τὸν τρόπον → Mores in arbitrando, non faciem vide → Nach dem Charakter, nicht nach Schönheit urteile

Menander, Monostichoi, 333
(6_18)
 
(8)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''γλωσσοπυρσόμορφος''': -ον, ὁ μορφὴν γλωσσῶν πυρίνων ἔχων, Ἰω. Δαμ. 1, 679.
|lstext='''γλωσσοπυρσόμορφος''': -ον, ὁ μορφὴν γλωσσῶν πυρίνων ἔχων, Ἰω. Δαμ. 1, 679.
}}
{{grml
|mltxt=[[γλωσσοπυρσόμορφος]], -ον (Μ)<br />ο [[γλωσσοπύρσευτος]].
}}
}}

Latest revision as of 06:27, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

γλωσσοπυρσόμορφος: -ον, ὁ μορφὴν γλωσσῶν πυρίνων ἔχων, Ἰω. Δαμ. 1, 679.

Greek Monolingual

γλωσσοπυρσόμορφος, -ον (Μ)
ο γλωσσοπύρσευτος.