ἀπευτελίζω: Difference between revisions

From LSJ

σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer

Source
(6_23)
 
(big3_5)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπευτελίζω''': καθιστῶ τι κοινόν, [[ἐξευτελίζω]], [[κάμνω]] τι εὐθηνόν, Γασίλ. Σελευκ. σ. 241.
|lstext='''ἀπευτελίζω''': καθιστῶ τι κοινόν, [[ἐξευτελίζω]], [[κάμνω]] τι εὐθηνόν, Γασίλ. Σελευκ. σ. 241.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[rebajar]], [[menospreciar]] ἑαυτόν Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.317C.
}}
}}

Latest revision as of 12:15, 21 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ἀπευτελίζω: καθιστῶ τι κοινόν, ἐξευτελίζω, κάμνω τι εὐθηνόν, Γασίλ. Σελευκ. σ. 241.

Spanish (DGE)

rebajar, menospreciar ἑαυτόν Bas.Sel.Or.M.85.317C.