μεσαύλιον: Difference between revisions
From LSJ
Πάντως γὰρ ὁ σοφὸς εὐτελείας ἀνέχεται → Vel vilitatem, sapiens qui sit, sustinet → Auf jeden Fall erträgt der Weise Einfachheit
(8) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=mesaylion | |Transliteration C=mesaylion | ||
|Beta Code=mesau/lion | |Beta Code=mesau/lion | ||
|Definition=τό, (αὐλός) | |Definition=τό, ([[αὐλός]]) [[piece of flute-music]], played in the intervals of the choral song, ''Vit.Aesop.Oxy.''2083.27, Eust.862.19:—hence μεσ-αυλικὰ κρούματα Aristid.Quint.1.11. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μεσαύλιον''': τό, [[μέλος]] μουσικὸν δι’ αὐλοῦ παιζόμενον κατὰ τὰ διαλείμματα χορικοῦ ᾄσματος, Εὐστ. 862. 19· μεσαυλικὸν [[κροῦσμα]] ἐν Ἀριστείδ. Κοϊντιλιαν. σ. 26. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μεσαύλιον]], τὸ (Α)<br />μουσικό [[μέλος]] το οποίο παιζόταν με αυλό [[ανάμεσα]] στα χορικά άσματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[αὐλός]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 13:24, 25 August 2023
English (LSJ)
τό, (αὐλός) piece of flute-music, played in the intervals of the choral song, Vit.Aesop.Oxy.2083.27, Eust.862.19:—hence μεσ-αυλικὰ κρούματα Aristid.Quint.1.11.
Greek (Liddell-Scott)
μεσαύλιον: τό, μέλος μουσικὸν δι’ αὐλοῦ παιζόμενον κατὰ τὰ διαλείμματα χορικοῦ ᾄσματος, Εὐστ. 862. 19· μεσαυλικὸν κροῦσμα ἐν Ἀριστείδ. Κοϊντιλιαν. σ. 26.
Greek Monolingual
μεσαύλιον, τὸ (Α)
μουσικό μέλος το οποίο παιζόταν με αυλό ανάμεσα στα χορικά άσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + αὐλός.