οἰνοχίτων: Difference between revisions

(9)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=oinochiton
|Transliteration C=oinochiton
|Beta Code=oi)noxi/twn
|Beta Code=oi)noxi/twn
|Definition=[ῐ], ωνος<b class="b3">, ἁ, ἡ,</b> <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">vine-clad</b>, οἰνοχίτωνας ἐλαίας Call.<b class="b2">Fr.anon</b>.<span class="bibl">211</span> ; <b class="b3">δρύες -χίτωνες</b> ib.<span class="bibl">158</span>.</span>
|Definition=[ῐ], ωνος<b class="b3">, ἁ, ἡ,</b> [[vine-clad]], οἰνοχίτωνας ἐλαίας Call.Fr.anon.211; <b class="b3">δρύες -χίτωνες</b> ib.158.
}}
{{ls
|lstext='''οἰνοχίτων''': ὁ, ἡ, ἔχων ὡς χιτῶνα ἄμπελον, κεκαλυμμένος διὰ κλάδων ἀμπέλου, ἐλάται, δρύες, παρ’ Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[οἰνοχίτων]], -ωνος, ὁ ἡ (Α)<br />καλυμμένος, σκεπασμένος με κλαδιά αμπέλου («οἰνοχίτωνος ἐλαίας», <b>Καλλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οἶνος]] <span style="color: red;">+</span> [[χιτών]], -<i>ῶνος</i> ([[πρβλ]]. [[σιδηροχίτων]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:14, 25 August 2023

English (LSJ)

[ῐ], ωνος, ἁ, ἡ, vine-clad, οἰνοχίτωνας ἐλαίας Call.Fr.anon.211; δρύες -χίτωνες ib.158.

Greek (Liddell-Scott)

οἰνοχίτων: ὁ, ἡ, ἔχων ὡς χιτῶνα ἄμπελον, κεκαλυμμένος διὰ κλάδων ἀμπέλου, ἐλάται, δρύες, παρ’ Ἡσύχ.

Greek Monolingual

οἰνοχίτων, -ωνος, ὁ ἡ (Α)
καλυμμένος, σκεπασμένος με κλαδιά αμπέλου («οἰνοχίτωνος ἐλαίας», Καλλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶνος + χιτών, -ῶνος (πρβλ. σιδηροχίτων)].