παρεγχείρησις: Difference between revisions

(9)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=paregcheirisis
|Transliteration C=paregcheirisis
|Beta Code=paregxei/rhsis
|Beta Code=paregxei/rhsis
|Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">encroaching on other people's business</b>, <span class="bibl">Cic.<span class="title">Att.</span>15.4.3</span> ; <b class="b2">interference</b>, μηδεμιᾷ-ήσει <span class="title">BMus.Inscr.</span>481*.402 (Ephesus, ii A.D.).</span>
|Definition=-εως, ἡ, [[encroaching on other people's business]], Cic.''Att.''15.4.3; [[interference]], μηδεμιᾷ-ήσει ''BMus.Inscr.''481*.402 (Ephesus, ii A.D.).
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0510.png Seite 510]] ἡ, falscher Schluß oder Beweis, Cic. Att. 15, 4, 3.
}}
{{ls
|lstext='''παρεγχείρησις''': ἡ, τὸ ἐπεμβαίνειν εἰς τὰ ἔργα ἄλλου, [[ἐπιχείρησις]] ἀναμίξεως εἰς ξένας ὑποθέσεις, Κικ. πρὸς Ἀττ. 15. 4, 3· ἡ δι’ ἑτέρων π. Κλήμ. Ἀλ. 896.
}}
{{grml
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[παρεγχειρώ]]<br /><b>1.</b> [[οικειοποίηση]], [[σφετερισμός]] δικαιωμάτων κάποιου άλλου<br /><b>2.</b> [[εσφαλμένος]] [[συλλογισμός]]<br /><b>3.</b> [[επέμβαση]], [[παρέμβαση]], [[μεσιτεία]].
}}
}}

Latest revision as of 11:07, 25 August 2023

English (LSJ)

-εως, ἡ, encroaching on other people's business, Cic.Att.15.4.3; interference, μηδεμιᾷ-ήσει BMus.Inscr.481*.402 (Ephesus, ii A.D.).

German (Pape)

[Seite 510] ἡ, falscher Schluß oder Beweis, Cic. Att. 15, 4, 3.

Greek (Liddell-Scott)

παρεγχείρησις: ἡ, τὸ ἐπεμβαίνειν εἰς τὰ ἔργα ἄλλου, ἐπιχείρησις ἀναμίξεως εἰς ξένας ὑποθέσεις, Κικ. πρὸς Ἀττ. 15. 4, 3· ἡ δι’ ἑτέρων π. Κλήμ. Ἀλ. 896.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α παρεγχειρώ
1. οικειοποίηση, σφετερισμός δικαιωμάτων κάποιου άλλου
2. εσφαλμένος συλλογισμός
3. επέμβαση, παρέμβαση, μεσιτεία.