μάντευμα: Difference between revisions

m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
m (LSJ1 replacement)
 
(20 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=mantevma
|Transliteration C=mantevma
|Beta Code=ma/nteuma
|Beta Code=ma/nteuma
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">oracle</b>, PI.<span class="title">P.</span>4.73, <span class="bibl">S. <span class="title">OT</span>992</span>, <span class="bibl">E.<span class="title">Med.</span>685</span>, etc.: pl., <span class="bibl">Pi.<span class="title">P.</span>8.60</span>, <span class="bibl"><span class="title">Pae.</span>7.1</span>, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ep.</span>311d</span>, <span class="title">Supp.Epigr.</span>3.400 (Delph.), etc.</span>
|Definition=-ατος, τό, [[oracle]], PI.''P.''4.73, S. ''OT''992, E.''Med.''685, etc.: pl., Pi.''P.''8.60, ''Pae.''7.1, Pl.''Ep.''311d, ''Supp.Epigr.''3.400 (Delph.), etc.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0093.png Seite 93]] τό, Orakel, Weissagung; Hes. frg. 39, 8; ἦλθέ οἱ κρυόεν [[μάντευμα]], Pind. P. 4, 73, μαντευμάτων ἐφάψατο τέχναις, 8, 63, [[Πύθια]], I. 6, 15; τοιοῖσδε Λοξίου πεισθεὶς μαντεύμασιν, Aesch. Prom. 672 u. öfter; θεήλατον, Soph. O. R. 992 u. sonst; θεοῦ, Eur. Med. 685 u. öfter; einzeln auch in sp. Prosa, Plat. Ep. II, 311 d; Paus.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0093.png Seite 93]] τό, Orakel, Weissagung; Hes. frg. 39, 8; ἦλθέ οἱ κρυόεν [[μάντευμα]], Pind. P. 4, 73, μαντευμάτων ἐφάψατο τέχναις, 8, 63, [[Πύθια]], I. 6, 15; τοιοῖσδε Λοξίου πεισθεὶς μαντεύμασιν, Aesch. Prom. 672 u. öfter; θεήλατον, Soph. O. R. 992 u. sonst; θεοῦ, Eur. Med. 685 u. öfter; einzeln auch in sp. Prosa, Plat. Ep. II, 311 d; Paus.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />[[réponse d'un oracle]].<br />'''Étymologie:''' [[μαντεύω]].
}}
{{elru
|elrutext='''μάντευμα:''' ατος τό [[предсказание]], [[прорицание]], [[оракул]] (μαντεύματα [[Πύθια]] Pind.; μ. θεοῦ Eur.; μ. [[θεήλατον]] Soph.; μάντευμα πυθόχρηστον Aesch.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μάντευμα''': τό, [[ἀπόκρισις]] μαντείου, [[χρησμός]], Ἡσ. Ἀποσπ. 39. 8, Πινδ. Π. 8. 86, καὶ Τραγ., ἐν τῷ πληθ.· ἀλλ’ ἐν τῷ ἑνικ., Πινδ. Π. 4. 130, Σοφ. Ο. Τ. 992, Εὐρ. Μήδ. 685, κτλ.
|lstext='''μάντευμα''': τό, [[ἀπόκρισις]] μαντείου, [[χρησμός]], Ἡσ. Ἀποσπ. 39. 8, Πινδ. Π. 8. 86, καὶ Τραγ., ἐν τῷ πληθ.· ἀλλ’ ἐν τῷ ἑνικ., Πινδ. Π. 4. 130, Σοφ. Ο. Τ. 992, Εὐρ. Μήδ. 685, κτλ.
}}
}}
{{bailly
{{Slater
|btext=ατος (τό) :<br />réponse d’un oracle.<br />'''Étymologie:''' [[μαντεύω]].
|sltr=[[μάντευμα]] (-α nom., -άτων, -ασι(ν).) [[oracle]] ἦλθε δέ οἱ κρυόεν πυκινῷ [[μάντευμα]] θυμῷ (P. 4.73) [[ὄφρα]] μὴ ταμίᾳ Κυράνας ἀτελὴς γένοιτο μαντεύμασιν (''[[sc.]]'' [[Ἀπόλλων]]) (P. 5.62) μαντευμάτων τ' ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις (''[[sc.]]'' Ἀλκμάν) (P. 8.60) [[ἕλον]] δ' Ἀμύκλας Αἰγεῖδαι [[σέθεν]] ἔκγονοι, μαντεύμασι Πυθίοις (I. 7.15) μαντευμάτων τε θεσπεσίων δοτῆρα καὶ τελεσιε[πῆ] θεοῦ [[ἄδυτον]] (Pae. 7.1)
}}
{{eles
|esgtx=[[oráculo]], [[respuesta de un dios]]
}}
{{grml
|mltxt=και μάντεμα, το (AM [[μάντευμα]]) [[μαντεύω]]<br />η [[απάντηση]] του μαντείου, ο [[χρησμός]], η [[προφητεία]] («τούτῳ θεοῦ [[μάντευμα]] κοινῶσαι [[θέλω]]», <b>Ευρ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''μάντευμα:''' -ατος, τό, [[χρησμός]], σε Πίνδ., Τραγ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[μάντευμα]], ατος, τό,<br />an [[oracle]], Pind., Trag.
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[oracle]], [[oracular answer]]
}}
{{elmes
|esmgtx=τό [[oráculo]], [[respuesta de un dios]] πέμψον μάντευμά τε σεμνόν <b class="b3">envía el sagrado oráculo (ref. a Apolo) </b> P VI 16 (fr. lac.)
}}
}}

Latest revision as of 11:05, 25 August 2023

English (LSJ)

-ατος, τό, oracle, PI.P.4.73, S. OT992, E.Med.685, etc.: pl., Pi.P.8.60, Pae.7.1, Pl.Ep.311d, Supp.Epigr.3.400 (Delph.), etc.

German (Pape)

[Seite 93] τό, Orakel, Weissagung; Hes. frg. 39, 8; ἦλθέ οἱ κρυόεν μάντευμα, Pind. P. 4, 73, μαντευμάτων ἐφάψατο τέχναις, 8, 63, Πύθια, I. 6, 15; τοιοῖσδε Λοξίου πεισθεὶς μαντεύμασιν, Aesch. Prom. 672 u. öfter; θεήλατον, Soph. O. R. 992 u. sonst; θεοῦ, Eur. Med. 685 u. öfter; einzeln auch in sp. Prosa, Plat. Ep. II, 311 d; Paus.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
réponse d'un oracle.
Étymologie: μαντεύω.

Russian (Dvoretsky)

μάντευμα: ατος τό предсказание, прорицание, оракул (μαντεύματα Πύθια Pind.; μ. θεοῦ Eur.; μ. θεήλατον Soph.; μάντευμα πυθόχρηστον Aesch.).

Greek (Liddell-Scott)

μάντευμα: τό, ἀπόκρισις μαντείου, χρησμός, Ἡσ. Ἀποσπ. 39. 8, Πινδ. Π. 8. 86, καὶ Τραγ., ἐν τῷ πληθ.· ἀλλ’ ἐν τῷ ἑνικ., Πινδ. Π. 4. 130, Σοφ. Ο. Τ. 992, Εὐρ. Μήδ. 685, κτλ.

English (Slater)

μάντευμα (-α nom., -άτων, -ασι(ν).) oracle ἦλθε δέ οἱ κρυόεν πυκινῷ μάντευμα θυμῷ (P. 4.73) ὄφρα μὴ ταμίᾳ Κυράνας ἀτελὴς γένοιτο μαντεύμασιν (sc. Ἀπόλλων) (P. 5.62) μαντευμάτων τ' ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις (sc. Ἀλκμάν) (P. 8.60) ἕλον δ' Ἀμύκλας Αἰγεῖδαι σέθεν ἔκγονοι, μαντεύμασι Πυθίοις (I. 7.15) μαντευμάτων τε θεσπεσίων δοτῆρα καὶ τελεσιε[πῆ] θεοῦ ἄδυτον (Pae. 7.1)

Spanish

oráculo, respuesta de un dios

Greek Monolingual

και μάντεμα, το (AM μάντευμα) μαντεύω
η απάντηση του μαντείου, ο χρησμός, η προφητεία («τούτῳ θεοῦ μάντευμα κοινῶσαι θέλω», Ευρ.).

Greek Monotonic

μάντευμα: -ατος, τό, χρησμός, σε Πίνδ., Τραγ.

Middle Liddell

μάντευμα, ατος, τό,
an oracle, Pind., Trag.

English (Woodhouse)

oracle, oracular answer

Léxico de magia

τό oráculo, respuesta de un dios πέμψον μάντευμά τε σεμνόν envía el sagrado oráculo (ref. a Apolo) P VI 16 (fr. lac.)