γαλέοψις: Difference between revisions

From LSJ

τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ καθιστᾶσι → help friends out of danger

Source
(big3_9)
 
(8)
 
Line 1: Line 1:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[γαλήοψις]].
|dgtxt=v. [[γαλήοψις]].
}}
{{grml
|mltxt=και [[γαλίοψις]], η (Α [[γαληόψις]])<br />[[ονομασία]] Αγγειόσπερμων Δικοτυλήδονων [[φυτών]] της οικογένειας τών Χειλανθών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γαλέη]], [[γαλή]] <span style="color: red;">+</span> <i>όψις</i>].
}}
}}

Latest revision as of 07:01, 29 September 2017

Spanish (DGE)

v. γαλήοψις.

Greek Monolingual

και γαλίοψις, η (Α γαληόψις)
ονομασία Αγγειόσπερμων Δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας τών Χειλανθών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλέη, γαλή + όψις].