διακυρίττομαι: Difference between revisions
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu
(big3_11) |
(9) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[darse de cabezadas]], [[toparse]], [[chocarse]] διακυρίττεται δεδιδαγμένῳ κριῷ (para alardear de la dureza de su cráneo), Synes.<i>Calu</i>.13, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. ὁ πάντα τολμῶν ... αὐτῷ διακυρίττεται τῷ θεῷ Synes.<i>Ep</i>.41 (p.64). | |dgtxt=[[darse de cabezadas]], [[toparse]], [[chocarse]] διακυρίττεται δεδιδαγμένῳ κριῷ (para alardear de la dureza de su cráneo), Synes.<i>Calu</i>.13, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. ὁ πάντα τολμῶν ... αὐτῷ διακυρίττεται τῷ θεῷ Synes.<i>Ep</i>.41 (p.64). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[διακυρίττομαι]] (Α) [[κυρίττομαι]]<br />[[χτυπώ]] κάποιον με τα κέρατα. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:03, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 585] eigtl. sich untereinander wie die Böcke stoßen, im Stoßen wetteifern, Sp., τινί.
Greek (Liddell-Scott)
διακῠρίττομαι: ἀποθ., κερατίζω τινά, προσβάλλω τινὰ διὰ τῶν κεράτων δίκην τράγου, ἀντιμάχομαι, τινὶ Συνές. 77C.
Spanish (DGE)
darse de cabezadas, toparse, chocarse διακυρίττεται δεδιδαγμένῳ κριῷ (para alardear de la dureza de su cráneo), Synes.Calu.13, cf. Hsch.
•fig. ὁ πάντα τολμῶν ... αὐτῷ διακυρίττεται τῷ θεῷ Synes.Ep.41 (p.64).
Greek Monolingual
διακυρίττομαι (Α) κυρίττομαι
χτυπώ κάποιον με τα κέρατα.