αγγειώδης: Difference between revisions
From LSJ
Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht
(1) |
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ες (Α [[ἀγγειώδης]]) [[ἀγγεῑο]]<br />αυτός που μοιάζει με [[αγγείο]], [[κοίλος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[ραγοειδής]] [[χιτώνας]] του οφθαλμού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. [[απόδοση]] στα Ελληνικά ξεν. όρου, | |mltxt=-ες (Α [[ἀγγειώδης]]) [[ἀγγεῑο]]<br />αυτός που μοιάζει με [[αγγείο]], [[κοίλος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[ραγοειδής]] [[χιτώνας]] του οφθαλμού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. [[απόδοση]] στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>vascular bundle</i>]. | ||
}} | }} |