αερόμορφος: Difference between revisions

From LSJ

Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich

Menander, Monostichoi, 426
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που έχει τη [[μορφή]] ή τις ιδιότητες του αέρα, ο [[αεροειδής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αέρας]] <span style="color: red;">+</span> [[μορφή]].
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που έχει τη [[μορφή]] ή τις ιδιότητες του αέρα, ο [[αεροειδής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αέρας]] <span style="color: red;">+</span> [[μορφή]].
}}
}}

Latest revision as of 22:35, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει τη μορφή ή τις ιδιότητες του αέρα, ο αεροειδής.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αέρας + μορφή.