δευτερούχος: Difference between revisions
From LSJ
(9) |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt= | |mltxt=δευτεροῦχος, -ον (Α)<br />αυτός που κατέχει τη δεύτερη [[θέση]], που κατέχει τα [[δευτερεία]]. | ||
}} | }} |