ἐφιπποτοξότης: Difference between revisions
From LSJ
τὰ μέλλοντα τοῖς γεγενημένοις τεκμαίρεσθαι → determine the future on the basis of the past
(15) |
(2b) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐφιπποτοξότης]], ὁ (Α)<br />[[έφιππος]] [[τοξότης]]. | |mltxt=[[ἐφιπποτοξότης]], ὁ (Α)<br />[[έφιππος]] [[τοξότης]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐφιπποτοξότης:''' ου ὁ конный стрелок (Diod. - v. l. ἀμφιπποτοξότης). | |||
}} | }} |
Revision as of 21:20, 31 December 2018
German (Pape)
[Seite 1119] ὁ, v. l. für ἀμφιπποτοξότης.
Greek (Liddell-Scott)
ἐφιπποτοξότης: -ου, ὁ ἔφιππος τοξότης, ἴδε ἐν λ. ἀμφιπποτοξότης.
Greek Monolingual
ἐφιπποτοξότης, ὁ (Α)
έφιππος τοξότης.
Russian (Dvoretsky)
ἐφιπποτοξότης: ου ὁ конный стрелок (Diod. - v. l. ἀμφιπποτοξότης).