Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ηλεκτράμαξα: Difference between revisions

From LSJ

Θυμῷ χαρίζου μηδέν, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Si mens est tibi, ne cedas iracundiae → Dem Zorn sei nicht zu Willen, bist du bei Verstand

Menander, Monostichoi, 245
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br />σιδηροδρομικό όχημα έλξης που κινείται με ηλεκτρική [[ενέργεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>electric locomotive</i> <span style="color: red;"><</span> <i>electric</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[ηλεκτρικός]]) <span style="color: red;">+</span> <i>locomotive</i> «[[άμαξα]]». Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην [[εφημερίδα]] <i>Εστία</i>].
|mltxt=η<br />σιδηροδρομικό όχημα έλξης που κινείται με ηλεκτρική [[ενέργεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, [[πρβλ]]. αγγλ. <i>electric locomotive</i> <span style="color: red;"><</span> <i>electric</i> ([[πρβλ]]. [[ηλεκτρικός]]) <span style="color: red;">+</span> <i>locomotive</i> «[[άμαξα]]». Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην [[εφημερίδα]] <i>Εστία</i>].
}}
}}

Latest revision as of 09:20, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
σιδηροδρομικό όχημα έλξης που κινείται με ηλεκτρική ενέργεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. electric locomotive < electric (πρβλ. ηλεκτρικός) + locomotive «άμαξα». Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Εστία].