καιρώ: Difference between revisions

From LSJ

Πρὸς εὖ λέγοντας οὐδὲν ἀντειπεῖν ἔχω → Loquenti bene, quod contradicam, habeo nihil → Wenn einer gut spricht, kenn' ich keinen Widerspruch

Menander, Monostichoi, 464
(18)
 
m (Text replacement - "αῑρο" to "αῖρο")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=καιρῶ, -όω (Α) [[καίρος]]<br />[[συνδέω]] τις άκρες του στημονιού στον καῑρο του αργαλειού.
|mltxt=καιρῶ, -όω (Α) [[καίρος]]<br />[[συνδέω]] τις άκρες του στημονιού στον καῖρο του αργαλειού.
}}
}}

Latest revision as of 13:05, 28 March 2021

Greek Monolingual

καιρῶ, -όω (Α) καίρος
συνδέω τις άκρες του στημονιού στον καῖρο του αργαλειού.