πατητήρι: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα → turn half of my property into silver

Source
(31)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
Line 1: Line 1:
[[πατητήριον]]
[[πατητήριον]]
{{grml
{{grml
|mltxt=το / [[πατητήριον]], ΝΑ<br />ο [[ληνός]], [[κατασκευή]] ξύλινη ή κτιστή όπου πατιούνται τα σταφύλια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πατῶ</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ήριον</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ορμη</i>-<i>τήριον</i>].
|mltxt=το / [[πατητήριον]], ΝΑ<br />ο [[ληνός]], [[κατασκευή]] ξύλινη ή κτιστή όπου πατιούνται τα σταφύλια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πατῶ</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ήριον</i> ([[πρβλ]]. [[ορμητήριον]]].
}}
}}

Revision as of 11:20, 10 May 2023

πατητήριον

Greek Monolingual

το / πατητήριον, ΝΑ
ο ληνός, κατασκευή ξύλινη ή κτιστή όπου πατιούνται τα σταφύλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατῶ + επίθημα -ήριον (πρβλ. ορμητήριον].