αμμόλοφος: Difference between revisions

From LSJ

Θησαυρός ἐστι τοῦ βίου τὰ πράγματα → Non est thesaurus vitae nisi negotia → Des Lebensgutes Schatz erwächst aus Tätigkeit

Menander, Monostichoi, 235
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />[[λόφος]] από άμμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμμος]] <span style="color: red;">+</span> [[λόφος]]. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>sand hill</i>].
|mltxt=ο<br />[[λόφος]] από άμμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμμος]] <span style="color: red;">+</span> [[λόφος]]. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>sand hill</i>].
}}
}}

Latest revision as of 23:29, 29 December 2020

Greek Monolingual

ο
λόφος από άμμο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμμος + λόφος. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. sand hill].