ἀπεσσεῖται: Difference between revisions

From LSJ

Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 397
(3)
(1)
 
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπεσσεῖται:''' Επικ. αντί <i>ἀπ-έσσεται</i>, γʹ ενικ. μέλ. του [[ἄπειμι]] ([[εἰμί]], Λατ. [[sum]]).
|lsmtext='''ἀπεσσεῖται:''' Επικ. αντί <i>ἀπ-έσσεται</i>, γʹ ενικ. μέλ. του [[ἄπειμι]] ([[εἰμί]], Λατ. [[sum]]).
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπεσσεῖται:''' эп. 3 л. sing. fut. к [[ἄπειμι]] I.
}}
}}

Latest revision as of 16:55, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. f. épq. de ἄπειμι¹.

Greek Monotonic

ἀπεσσεῖται: Επικ. αντί ἀπ-έσσεται, γʹ ενικ. μέλ. του ἄπειμι (εἰμί, Λατ. sum).

Russian (Dvoretsky)

ἀπεσσεῖται: эп. 3 л. sing. fut. к ἄπειμι I.