διαστήτην: Difference between revisions

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
(4)
(nl)
 
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διαστήτην:''' Επικ. αντί <i>δι-εστήτην</i>, γʹ δυϊκ. αορ. βʹ του <i>δι-[[ίστημι]]</i>.
|lsmtext='''διαστήτην:''' Επικ. αντί <i>δι-εστήτην</i>, γʹ δυϊκ. αορ. βʹ του <i>δι-[[ίστημι]]</i>.
}}
{{elnl
|elnltext=διαστήτην ep. ind. stamaor. 3 dual. van διίσταμαι.
}}
}}

Latest revision as of 06:36, 1 January 2019

French (Bailly abrégé)

v. διΐστημι.

Greek Monotonic

διαστήτην: Επικ. αντί δι-εστήτην, γʹ δυϊκ. αορ. βʹ του δι-ίστημι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαστήτην ep. ind. stamaor. 3 dual. van διίσταμαι.