3,274,447
edits
(4) |
(2) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δυσανάκλητος:''' -ον (ἀνακᾰλέω), αυτός που δύσκολα ανακαλείται, δύσκολα [[επανορθώσιμος]], αυτός που δεν μπορεί να κληθεί [[πίσω]], σε Πλούτ. | |lsmtext='''δυσανάκλητος:''' -ον (ἀνακᾰλέω), αυτός που δύσκολα ανακαλείται, δύσκολα [[επανορθώσιμος]], αυτός που δεν μπορεί να κληθεί [[πίσω]], σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δυσανάκλητος:''' <b class="num">1)</b> которого трудно созвать или собрать (οἱ σποράδες καὶ δυσανάκλητοι πρός τι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> не поддающийся уговорам (δ. καὶ [[δυσπαρηγόρητος]] Plut.). | |||
}} | }} |