3,274,216
edits
(9) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δυσανάκλητος]], -ον (AM)<br />αυτός που δύσκολα ανακαλείται, συγκρατείται, αναχαιτίζεται<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός τον οποίο δύσκολα τον συγκεντρώνει [[κανείς]]<br /><b>2.</b> [[δυσθεράπευτος]]<br /><b>3.</b> [[εκείνος]] που δύσκολα ξαναποκτά την καλή του [[διάθεση]]. | |mltxt=[[δυσανάκλητος]], -ον (AM)<br />αυτός που δύσκολα ανακαλείται, συγκρατείται, αναχαιτίζεται<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός τον οποίο δύσκολα τον συγκεντρώνει [[κανείς]]<br /><b>2.</b> [[δυσθεράπευτος]]<br /><b>3.</b> [[εκείνος]] που δύσκολα ξαναποκτά την καλή του [[διάθεση]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δυσανάκλητος:''' -ον (ἀνακᾰλέω), αυτός που δύσκολα ανακαλείται, δύσκολα [[επανορθώσιμος]], αυτός που δεν μπορεί να κληθεί [[πίσω]], σε Πλούτ. | |||
}} | }} |