ενθορυβώ: Difference between revisions
From LSJ
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ") |
m (Text replacement - "μῡς" to "μῦς") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἐνθορυβῶ, -έω (Μ)<br />[[θορυβώ]] πολύ κάποιον, [[καταταράζω]] ( | |mltxt=ἐνθορυβῶ, -έω (Μ)<br />[[θορυβώ]] πολύ κάποιον, [[καταταράζω]] («μῦς... τοῦτον ἤγειρεν ἐντεθορυβημένον» — [[ένας]] [[ποντικός]] τον ξεσήκωσε κατατρομαγμένον, Τζέτζ.). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:12, 24 August 2022
Greek Monolingual
ἐνθορυβῶ, -έω (Μ)
θορυβώ πολύ κάποιον, καταταράζω («μῦς... τοῦτον ἤγειρεν ἐντεθορυβημένον» — ένας ποντικός τον ξεσήκωσε κατατρομαγμένον, Τζέτζ.).