3,274,215
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0635.png Seite 635]] ἡ, Anfüllung, Fülle, Überfluß, Sättigung; Ar. Plut. 189; im plur., Eur. Troad. 1211; in Prosa: πλησμονὴ γίγνοιτο τῆς συνουσίας, Plat. Couv. 141 c, u. öfter; Gegensatz [[ἔνδεια]], Rep. IX, 571 e, [[κένωσις]], Conv. 186 c; ἁπάντων, Isocr. 1, 20; τὰς πλησμονὰς ἀγαπᾷν, 1, 46; Xen. Mem. 3, 11, 14 u. öfter, u. Sp., bes. von Übersättigung mit Speise, Pol. 2, 19, 4; ἡ ἀπό τινος πλ., Luc. Nigr. 33. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0635.png Seite 635]] ἡ, Anfüllung, Fülle, Überfluß, Sättigung; Ar. Plut. 189; im plur., Eur. Troad. 1211; in Prosa: πλησμονὴ γίγνοιτο τῆς συνουσίας, Plat. Couv. 141 c, u. öfter; Gegensatz [[ἔνδεια]], Rep. IX, 571 e, [[κένωσις]], Conv. 186 c; ἁπάντων, Isocr. 1, 20; τὰς πλησμονὰς ἀγαπᾷν, 1, 46; Xen. Mem. 3, 11, 14 u. öfter, u. Sp., bes. von Übersättigung mit Speise, Pol. 2, 19, 4; ἡ ἀπό τινος πλ., Luc. Nigr. 33. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br />plénitude, rassasiement, satiété.<br />'''Étymologie:''' [[πλήθω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πλησμονή''': ἡ, ([[πίμπλημι]]) ὡς καὶ νῦν, ἐντελὴς [[πλήρωσις]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ἔνδεια]], [[κένωσις]], Πλάτ. Πολ. 571Ε, Συμπ. 186C· [[μάλιστα]] ἐπὶ τροφῆς, [[ἔμπλησις]], [[χορτασμός]], [[κόρος]], Ἱππ. Ἀφ. 1244· [[οὔτε]] πλ. [[οὔτε]] [[μέθη]] Ξεν. Κύρ. 4. 2, 40, κτλ.· ἐς πλησμονὰς Εὐρ. Τρῳ. 1211· ἐν πλησμονῇ τοι [[Κύπρις]], ἐν πεινῶντι δ’ οὔ ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 887· ― μετὰ γεν., τῶν μὲν γὰρ ἄλλων πάντων ἐστὶ πλ. Ἀριστοφ. Πλ. 189, πρβλ. Ἰσοκρ. 6Β· πλ. ὑγροῦ Ἱππ. Ἀφ. 1260· [[τιμῆς]] τε καὶ νίκης Πλάτ. Πολ. 586C, κτλ.· [[ὡσαύτως]], π. [[περί]] τι ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 837C· πλ. ἀπό τινος Λουκ. Νιγρ. 33. ΙΙ. [[ἀφθονία]], [[πλῆθος]], Ἑβδ. (Παροιμ. Γ΄, 10), Γεωπ. 1. 10, 8. | |lstext='''πλησμονή''': ἡ, ([[πίμπλημι]]) ὡς καὶ νῦν, ἐντελὴς [[πλήρωσις]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ἔνδεια]], [[κένωσις]], Πλάτ. Πολ. 571Ε, Συμπ. 186C· [[μάλιστα]] ἐπὶ τροφῆς, [[ἔμπλησις]], [[χορτασμός]], [[κόρος]], Ἱππ. Ἀφ. 1244· [[οὔτε]] πλ. [[οὔτε]] [[μέθη]] Ξεν. Κύρ. 4. 2, 40, κτλ.· ἐς πλησμονὰς Εὐρ. Τρῳ. 1211· ἐν πλησμονῇ τοι [[Κύπρις]], ἐν πεινῶντι δ’ οὔ ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 887· ― μετὰ γεν., τῶν μὲν γὰρ ἄλλων πάντων ἐστὶ πλ. Ἀριστοφ. Πλ. 189, πρβλ. Ἰσοκρ. 6Β· πλ. ὑγροῦ Ἱππ. Ἀφ. 1260· [[τιμῆς]] τε καὶ νίκης Πλάτ. Πολ. 586C, κτλ.· [[ὡσαύτως]], π. [[περί]] τι ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 837C· πλ. ἀπό τινος Λουκ. Νιγρ. 33. ΙΙ. [[ἀφθονία]], [[πλῆθος]], Ἑβδ. (Παροιμ. Γ΄, 10), Γεωπ. 1. 10, 8. | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR |