adúltero: Difference between revisions
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
(CSV import) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[γαμοκλόπος]], [[γαμολύτης]], [[δάοχος]], [[ | |sltx=[[ἀλλοτριόγαμος]], [[ἀμερσίγαμος]], [[γαμοκλόπος]], [[γαμολύτης]], [[δαλιοχός]], [[δάοχος]], [[δίγαμος]], [[κατάμοιχος]], [[λαθραιόκοιτος]], [[λεκτροκλόπος]], [[λιπόγαμος]], [[μοιχευτής]], [[μοιχίδιος]], [[μοίχιος]], [[μοιχός]], [[οἰκοφθόρος]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:19, 11 November 2023
Spanish > Greek
ἀλλοτριόγαμος, ἀμερσίγαμος, γαμοκλόπος, γαμολύτης, δαλιοχός, δάοχος, δίγαμος, κατάμοιχος, λαθραιόκοιτος, λεκτροκλόπος, λιπόγαμος, μοιχευτής, μοιχίδιος, μοίχιος, μοιχός, οἰκοφθόρος