κατατέμνω: Difference between revisions

m
pape replacement
(CSV import)
m (pape replacement)
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=κατα-τέμνω, Ion. κατατάμνω, Ion. inf. them. aor. καταταμέειν, ptc. καταταμών in stukken snijden, opensnijden:; κ. ἑαυτόν zichzelf verminken Xen. Mem. 1.2.55; κατατεμνόμενοι βαθέσι τοῖς τραύμασιν verminkt door diepe wonden Luc. 37.31; wegsnijden:; τὸ δέρμα de huid Hp. Fract. 11; ook med.: κατὰ μὲν φίλαν ὄνυχι τεμνομένα δέραν met haar nagels haar eigen hals openrijtend Eur. El. 147 (tmesis); overdr.:; τὸν λέγοντα... κατατέμνειν de spreker (met woorden) afmaken Plat. Resp. 488b; met dubbele acc.: ὃν κατατεμῶ τοῖσιν ἱππεῦσι καττύματα (Cleon) die ik tot zolen voor de ridders zal snijden Aristoph. Ach. 301. doorsnijden, verdelen:. τὸ ἄστυ κατατέτμηται τὰς ὁδοὺς ἰθέας de stad is doorsneden door rechte wegen Hdt. 1.180.3; κατετέτμηντο ἐξ αὐτῶν καὶ τάφροι ἐπὶ τὴν χώραν vandaaruit vertakten zich ook kanalen over het land Xen. An. 2.4.13; τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν hij (Hippodamus) ontwierp het wegennet van Piraeus Aristot. Pol. 1267b23. uithouwen, graven:. αἱ λιθοτομίαι... αἱ ἐς τὰς πυραμίδας κατατμηθεῖσαι de steengroeven waar de stenen voor de (bouw van) de piramiden worden uitgehouwen Hdt. 2.8.1.
|elnltext=κατα-τέμνω, Ion. κατατάμνω, Ion. inf. them. aor. καταταμέειν, ptc. καταταμών in stukken snijden, opensnijden:; κ. ἑαυτόν zichzelf verminken Xen. Mem. 1.2.55; κατατεμνόμενοι βαθέσι τοῖς τραύμασιν verminkt door diepe wonden Luc. 37.31; wegsnijden:; τὸ δέρμα de huid Hp. Fract. 11; ook med.: κατὰ μὲν φίλαν ὄνυχι τεμνομένα δέραν met haar nagels haar eigen hals openrijtend Eur. El. 147 (tmesis); overdr.:; τὸν λέγοντα... κατατέμνειν de spreker (met woorden) afmaken Plat. Resp. 488b; met dubbele acc.: ὃν κατατεμῶ τοῖσιν ἱππεῦσι καττύματα (Cleon) die ik tot zolen voor de ridders zal snijden Aristoph. Ach. 301. doorsnijden, verdelen:. τὸ ἄστυ κατατέτμηται τὰς ὁδοὺς ἰθέας de stad is doorsneden door rechte wegen Hdt. 1.180.3; κατετέτμηντο ἐξ αὐτῶν καὶ τάφροι ἐπὶ τὴν χώραν vandaaruit vertakten zich ook kanalen over het land Xen. An. 2.4.13; τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν hij (Hippodamus) ontwierp het wegennet van Piraeus Aristot. Pol. 1267b23. uithouwen, graven:. αἱ λιθοτομίαι... αἱ ἐς τὰς πυραμίδας κατατμηθεῖσαι de steengroeven waar de stenen voor de (bouw van) de piramiden worden uitgehouwen Hdt. 2.8.1.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατατέμνω:''' μέλ. <i>-τεμῶ</i>, αόρ. βʹ <i>-κατέτᾰμον</i>· [[κόβω]] σε κομμάτια, [[κομματιάζω]], σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ.· ομοίως στη Μέσ., σε Ευρ. — Παθ., <i>τελαμῶσι κατατετμημένοις</i>, με συνηθισμένους κομμένους επιδέσμους, σε Ηρόδ.· <i>[[σπλάγχνα]] κατατετμημένα</i>, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> <i>κ. χώρην ἐς διώρυχας</i>, [[κατακόπτω]] αυτήν με τάφρους και διώρυγες, σε Ηρόδ.· <i>κατετέτμηντο τάφροι ἐπὶ τὴν χώραν</i>, σε Ξεν.<br /><b class="num">3.</b> με [[διπλή]] αιτ., <i>κ. τινὰ καττύματα</i>, κόβοντάς τον σε λωρίδες, σε Αριστοφ. — Παθ., <i>κατατμηθείην λέπαδνα</i>, [[μακάρι]] να [[κοπώ]] σε κομμάτια, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> <i>κ. τὸν Πειραιᾶ</i>, τον ρυμοτόμησε, τον χώρισε βάσει σχεδίου ανοικοδόμησης, σε Αριστ. — Παθ., ἡ [[πόλις]] κατατέτμηται [[τὰς]] ὁδοὺς ἰθείας, έχει τραβηγμένες τις [[οδούς]] της σε [[ευθεία]] [[διάταξη]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">5.</b> [[κόβω]] σε [[βάθος]], [[ανοίγω]] στη γη, <i>κατετέτμηντο τάφροι</i>, υπήρχαν κομμένα χαντάκια, σε Ξεν.
|lsmtext='''κατατέμνω:''' μέλ. <i>-τεμῶ</i>, αόρ. βʹ <i>-κατέτᾰμον</i>· [[κόβω]] σε κομμάτια, [[κομματιάζω]], σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ.· ομοίως στη Μέσ., σε Ευρ. — Παθ., <i>τελαμῶσι κατατετμημένοις</i>, με συνηθισμένους κομμένους επιδέσμους, σε Ηρόδ.· <i>[[σπλάγχνα]] κατατετμημένα</i>, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> <i>κ. χώρην ἐς διώρυχας</i>, [[κατακόπτω]] αυτήν με τάφρους και διώρυγες, σε Ηρόδ.· <i>κατετέτμηντο τάφροι ἐπὶ τὴν χώραν</i>, σε Ξεν.<br /><b class="num">3.</b> με [[διπλή]] αιτ., <i>κ. τινὰ καττύματα</i>, κόβοντάς τον σε λωρίδες, σε Αριστοφ. — Παθ., <i>κατατμηθείην λέπαδνα</i>, [[μακάρι]] να [[κοπώ]] σε κομμάτια, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> <i>κ. τὸν Πειραιᾶ</i>, τον ρυμοτόμησε, τον χώρισε βάσει σχεδίου ανοικοδόμησης, σε Αριστ. — Παθ., ἡ [[πόλις]] κατατέτμηται [[τὰς]] ὁδοὺς ἰθείας, έχει τραβηγμένες τις [[οδούς]] της σε [[ευθεία]] [[διάταξη]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">5.</b> [[κόβω]] σε [[βάθος]], [[ανοίγω]] στη γη, <i>κατετέτμηντο τάφροι</i>, υπήρχαν κομμένα χαντάκια, σε Ξεν.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 36: Line 36:
{{elmes
{{elmes
|esmgtx=[[cortar en pedazos]] el corazón de un ave λαβὼν κάκουφον, ... ἐξάραξον αὐτῆς τὴν καρδίαν, κατάτρησον καλάμῳ καὶ τὴν καρδίαν καταταμὼν ἐπίβαλε εἰς μέλι Ἀττικόν <b class="b3">toma una abubilla, arráncale el corazón, atraviésalo con una caña y, después de cortarlo en pedazos, échalo en miel ática</b> P III 426  
|esmgtx=[[cortar en pedazos]] el corazón de un ave λαβὼν κάκουφον, ... ἐξάραξον αὐτῆς τὴν καρδίαν, κατάτρησον καλάμῳ καὶ τὴν καρδίαν καταταμὼν ἐπίβαλε εἰς μέλι Ἀττικόν <b class="b3">toma una abubilla, arráncale el corazón, atraviésalo con una caña y, después de cortarlo en pedazos, échalo en miel ática</b> P III 426  
}}
{{pape
|ptext=([[τέμνω]]), <i>[[zerschneiden]], [[zerstückeln]]</i>; μαχαίρᾳ τάμον κάτα [[μέλη]] Pind. <i>Ol</i>. 1.49; τὰ [[κρέα]] Ar. <i>Pax</i> 1059; σπλάγχνα κατατετμημένα <i>Av</i>. 1524; τὰ γέρρα Xen. <i>An</i>. 4.7.26; mit doppeltem accus., ὃν κατατεμῶ τοῖσιν ἱππεῦσι καττύματα, ich will ihn zu [[Schuhleder]] [[zerschneiden]], Ar. <i>Ach</i>. 300; τὸ δ' [[ἄλλο]] [[σῶμα]] κατατεμὼν πολλοὺς κύβους Alexis bei Ath. VII.324c; vgl. Plat. <i>Rep</i>. X.610 h; <i>[[niederhauen]], [[umbringen]]</i>, τινά, VI.488c; κατατεμνόμενοι βαθέσι τοῖς τραύμασιν Luc.; <i>[[zerfleischen]]</i>, ἑαυτόν Xen. <i>Mem</i>. 1.2.55; – ἡ [[πόλις]] κατατέτμηται τὰς ὁδοὺς ἰθείας, in [[gerade]] [[Straßen]] <i>[[zerschnitten]]</i>, Her. 1.180; – κατετέτμηντο τάφροι ἐπὶ τὴν χώραν, <i>[[Gräben]] waren [[gezogen]]</i>, Xen. <i>An</i>. 2.4.13; – τὰ κατατετμημένα sind im Bergwerke <i>[[Stellen]], wo [[schon]] [[gegraben]] ist</i>, <span class="ggns">Gegensatz</span> ἄτμητα, <i>[[Vectig]]</i>. 4.27.
}}
}}