ἐνοικοδομέω: Difference between revisions
φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits
(13_5) |
(6_2) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0849.png Seite 849]] 1) darin, darauf bauen; αὐτῇ πύργον Thuc. 3, 51; 8, 84 τὸ ἐν Μιλήτῳ ἐνῳκοδομημένον [[φρούριον]]; Sp., wie Pol. 3, 22, 13 Plut. Timol. 22. – Auch med., [[τεῖχος]], sich verschanzen, Thuc. 3, 85; στιβάδας, sich Lager bereiten, Luc. V. Hist. 1, 33. – 21 verbauen, versperren, εἴσοδον, φάραγγα, D. Sic. 11, 21. 45. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0849.png Seite 849]] 1) darin, darauf bauen; αὐτῇ πύργον Thuc. 3, 51; 8, 84 τὸ ἐν Μιλήτῳ ἐνῳκοδομημένον [[φρούριον]]; Sp., wie Pol. 3, 22, 13 Plut. Timol. 22. – Auch med., [[τεῖχος]], sich verschanzen, Thuc. 3, 85; στιβάδας, sich Lager bereiten, Luc. V. Hist. 1, 33. – 21 verbauen, versperren, εἴσοδον, φάραγγα, D. Sic. 11, 21. 45. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐνοικοδομέω''': [[κτίζω]], οἰκοδομῶ ἔν τινι τόπῳ, ἐχρῶντο δὲ αὐτῇ τῇ νήσῳ, πύργον ἐνοικοδομήσαντες, οἱ Μεγαρεῖς φρουρίῳ Θουκ. 3. 51˙ καὶ τό τε ἐν τῇ Λακωνικῇ [[τείχισμα]] ἐκλιπόντες ὃ ἐνῳκοδόμησαν ὁ αὐτ. 8. 4: - Παθ., ὁ αὐτ. 8. 84: - Μέσ., [[τεῖχος]] ἐνοικοδομησάμενοι, οἰκοδομήσαντες [[ἐκεῖ]] [[τεῖχος]] δι’ ἑαυτούς, ὁ αὐτ. 3. 85. ΙΙ. [[κλείω]] διὰ τοίχου, πυλίδα τινὰ ἐνῳκοδομημένην Θουκ. 6. 51, πρβλ. Διόδ. 3. 37. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:42, 5 August 2017
German (Pape)
[Seite 849] 1) darin, darauf bauen; αὐτῇ πύργον Thuc. 3, 51; 8, 84 τὸ ἐν Μιλήτῳ ἐνῳκοδομημένον φρούριον; Sp., wie Pol. 3, 22, 13 Plut. Timol. 22. – Auch med., τεῖχος, sich verschanzen, Thuc. 3, 85; στιβάδας, sich Lager bereiten, Luc. V. Hist. 1, 33. – 21 verbauen, versperren, εἴσοδον, φάραγγα, D. Sic. 11, 21. 45.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνοικοδομέω: κτίζω, οἰκοδομῶ ἔν τινι τόπῳ, ἐχρῶντο δὲ αὐτῇ τῇ νήσῳ, πύργον ἐνοικοδομήσαντες, οἱ Μεγαρεῖς φρουρίῳ Θουκ. 3. 51˙ καὶ τό τε ἐν τῇ Λακωνικῇ τείχισμα ἐκλιπόντες ὃ ἐνῳκοδόμησαν ὁ αὐτ. 8. 4: - Παθ., ὁ αὐτ. 8. 84: - Μέσ., τεῖχος ἐνοικοδομησάμενοι, οἰκοδομήσαντες ἐκεῖ τεῖχος δι’ ἑαυτούς, ὁ αὐτ. 3. 85. ΙΙ. κλείω διὰ τοίχου, πυλίδα τινὰ ἐνῳκοδομημένην Θουκ. 6. 51, πρβλ. Διόδ. 3. 37.