θυμοκράτωρ: Difference between revisions

From LSJ

Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund

Menander, Monostichoi, 462
(6_19)
 
(17)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''θῡμοκράτωρ''': -ορος, ὁ, ὁ κρατῶν τοῦ θυμοῦ, Θ. Λασκ. σ. 770, ἔκδ. Mi.
|lstext='''θῡμοκράτωρ''': -ορος, ὁ, ὁ κρατῶν τοῦ θυμοῦ, Θ. Λασκ. σ. 770, ἔκδ. Mi.
}}
{{grml
|mltxt=[[θυμοκράτωρ]], ὁ (Μ)<br />αυτός που κυριαρχεί [[πάνω]] στον θυμό του, αυτός που συγκρατεί τον θυμό του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>θυμο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[κράτωρ]] (<span style="color: red;"><</span> [[κράτος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αυτο</i>-[[κράτωρ]], <i>κλειδο</i>-[[κράτωρ]]].
}}
}}

Revision as of 07:18, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

θῡμοκράτωρ: -ορος, ὁ, ὁ κρατῶν τοῦ θυμοῦ, Θ. Λασκ. σ. 770, ἔκδ. Mi.

Greek Monolingual

θυμοκράτωρ, ὁ (Μ)
αυτός που κυριαρχεί πάνω στον θυμό του, αυτός που συγκρατεί τον θυμό του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο- + -κράτωρ (< κράτος), πρβλ. αυτο-κράτωρ, κλειδο-κράτωρ].