καθαρειότης: Difference between revisions

From LSJ

μὴ λέγε τοὐμὸν ὄνειρον ἐμοί → tell not my own dream to me, you are telling me what I know already

Source
(6_9)
(18)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κᾰθαρειότης''': ἡ, = [[καθαριότης]], Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 2139b. 9, Εὐστ. Πονημάτ. 279. 11.
|lstext='''κᾰθαρειότης''': ἡ, = [[καθαριότης]], Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 2139b. 9, Εὐστ. Πονημάτ. 279. 11.
}}
{{grml
|mltxt=[[καθαρειότης]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[καθαριότητα]].
}}
}}

Revision as of 07:20, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1281] ητος, ἡ, = καθαριότης, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰθαρειότης: ἡ, = καθαριότης, Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 2139b. 9, Εὐστ. Πονημάτ. 279. 11.

Greek Monolingual

καθαρειότης, ἡ (Α)
βλ. καθαριότητα.