λογομάχος: Difference between revisions

From LSJ

Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία βροτοῖς → Doctrina hominibus optima est possessio → für Sterbliche ist Bildung das wertvollste Gut

Menander, Monostichoi, 275
(6_18)
 
(23)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''λογομάχος''': -ον, ὁ μαχόμενος περὶ λόγων ἢ λέξεων, Achmes Ὀνειρ. 12.
|lstext='''λογομάχος''': -ον, ὁ μαχόμενος περὶ λόγων ἢ λέξεων, Achmes Ὀνειρ. 12.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[λογομάχος]])<br />αυτός που μάχεται με [[λόγια]], αυτός που φιλονικεί, [[φιλόνικος]], [[εριστικός]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που αντιμάχεται τον Λόγο.
}}
}}

Revision as of 06:42, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

λογομάχος: -ον, ὁ μαχόμενος περὶ λόγων ἢ λέξεων, Achmes Ὀνειρ. 12.

Greek Monolingual

ο (Α λογομάχος)
αυτός που μάχεται με λόγια, αυτός που φιλονικεί, φιλόνικος, εριστικός
αρχ.
αυτός που αντιμάχεται τον Λόγο.