ἀσκήτωρ: Difference between revisions

From LSJ

οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ' αἰσχύνης περιουσίᾳ → neither from lack of knowledge nor from superfluity of modesty

Source
(6_19)
(big3_7)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀσκήτωρ''': -ορος, ὁ, = [[ἀσκητής]], ὦ κοῦφοι ἀσκήτορες (ἀσκητῆρες Künh) ἄθλιοι ἄνδρες Ποιητ. παρὰ Γαλην. τ. 2. 14 (1. σ. 36).
|lstext='''ἀσκήτωρ''': -ορος, ὁ, = [[ἀσκητής]], ὦ κοῦφοι ἀσκήτορες (ἀσκητῆρες Künh) ἄθλιοι ἄνδρες Ποιητ. παρὰ Γαλην. τ. 2. 14 (1. σ. 36).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ορος [[atleta]], <i>Anon.Parod</i>.9.15 (ἀσκητῆρες cód.).
}}
}}

Revision as of 12:18, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσκήτωρ Medium diacritics: ἀσκήτωρ Low diacritics: ασκήτωρ Capitals: ΑΣΚΗΤΩΡ
Transliteration A: askḗtōr Transliteration B: askētōr Transliteration C: askitor Beta Code: a)skh/twr

English (LSJ)

   A v. ἀσκητήρ.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσκήτωρ: -ορος, ὁ, = ἀσκητής, ὦ κοῦφοι ἀσκήτορες (ἀσκητῆρες Künh) ἄθλιοι ἄνδρες Ποιητ. παρὰ Γαλην. τ. 2. 14 (1. σ. 36).

Spanish (DGE)

-ορος atleta, Anon.Parod.9.15 (ἀσκητῆρες cód.).