ἀρνησίθεος: Difference between revisions
From LSJ
ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages
(6_17) |
(big3_6) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀρνησίθεος''': -ον, ὁ ἀρνούμενος τὸν θεόν, Ἰουστῖν. Μ. 442 ἔκδ. Βενεδ. : ― Οὐσιαστ., ἀρνησιθεΐα, ἡ, Ἐπιφάν. Αἱρέσ. 38. σ. 280 καὶ 283. | |lstext='''ἀρνησίθεος''': -ον, ὁ ἀρνούμενος τὸν θεόν, Ἰουστῖν. Μ. 442 ἔκδ. Βενεδ. : ― Οὐσιαστ., ἀρνησιθεΐα, ἡ, Ἐπιφάν. Αἱρέσ. 38. σ. 280 καὶ 283. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[que niega a Dios]], [[ἀποστασία]] Hippol.<i>Artem</i>. en Eus.<i>HE</i> 5.28.6, κακία Malch.<i>Ep</i>. en Eus.<i>HE</i> 7.30.5<br /><b class="num">•</b>subst. [[renegado]], [[ateo]] ἀρνησίθεοι εἰς ΄ᾴδου καταβαίνουσιν Origenes <i>Comm.in Mt</i>.12.12 (p.91.23). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:17, 21 August 2017
German (Pape)
[Seite 357] gottesläugnerisch, K. S.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρνησίθεος: -ον, ὁ ἀρνούμενος τὸν θεόν, Ἰουστῖν. Μ. 442 ἔκδ. Βενεδ. : ― Οὐσιαστ., ἀρνησιθεΐα, ἡ, Ἐπιφάν. Αἱρέσ. 38. σ. 280 καὶ 283.
Spanish (DGE)
-ον
que niega a Dios, ἀποστασία Hippol.Artem. en Eus.HE 5.28.6, κακία Malch.Ep. en Eus.HE 7.30.5
•subst. renegado, ateo ἀρνησίθεοι εἰς ΄ᾴδου καταβαίνουσιν Origenes Comm.in Mt.12.12 (p.91.23).