ἀγαθουργός: Difference between revisions

From LSJ

κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι → how will it be good enough for the king to be insulted with these things

Source
(6_19)
(Bailly1_1)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγαθουργός''': -όν, συνῃρ. ἐκ τοῦ [[ἀγαθοεργός]]. Πλουτ. 2, 1015Ε. ἐπίρρ. -ουργῶς, Διον. Ἀρεοπ. σ. 102.
|lstext='''ἀγαθουργός''': -όν, συνῃρ. ἐκ τοῦ [[ἀγαθοεργός]]. Πλουτ. 2, 1015Ε. ἐπίρρ. -ουργῶς, Διον. Ἀρεοπ. σ. 102.
}}
{{bailly
|btext=<i>c.</i> [[ἀγαθοεργός]].
}}
}}

Revision as of 19:27, 9 August 2017

German (Pape)

[Seite 7] Gutes-, wohlthuend, Plut. da an. procr. e Tim. 7 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀγαθουργός: -όν, συνῃρ. ἐκ τοῦ ἀγαθοεργός. Πλουτ. 2, 1015Ε. ἐπίρρ. -ουργῶς, Διον. Ἀρεοπ. σ. 102.

French (Bailly abrégé)

c. ἀγαθοεργός.