εἰσθεάομαι: Difference between revisions

From LSJ

κρυπταδίῃ φιλότητι μιγήμεναι → lie with him in secret love, join with him in secret love

Source
(6_5)
 
(big3_13)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἰσθεάομαι''': ἀποθ., θεωρῶ, παρατηρῶ, Τραγ. παρ’ Εὐσ. Εὐαγγ. Π. 440C.
|lstext='''εἰσθεάομαι''': ἀποθ., θεωρῶ, παρατηρῶ, Τραγ. παρ’ Εὐσ. Εὐαγγ. Π. 440C.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[contemplar]] εἰσθεᾶσθαι γῆν ὅλην τ' οἰκουμένην Ezech.87.
}}
}}

Latest revision as of 12:07, 21 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

εἰσθεάομαι: ἀποθ., θεωρῶ, παρατηρῶ, Τραγ. παρ’ Εὐσ. Εὐαγγ. Π. 440C.

Spanish (DGE)

contemplar εἰσθεᾶσθαι γῆν ὅλην τ' οἰκουμένην Ezech.87.