βουλητέος: Difference between revisions

From LSJ

ψυχῶν σοφῶν φροντιστήριονthought-shop of wise souls

Source
(6_4)
(big3_9)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''βουλητέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ., ὃν πρέπει τις νὰ θελήσῃ ἢ ἐπιθυμήσῃ, Ἀριστ. Ἠθ. Μ. 2. 11, 7. 2) βουλητέον, πρέπει τις νὰ θελήσῃ ἢ ἐπιθυμήσῃ, ὁ αὐτ. Ρητ. π. Ἀλ. 1.
|lstext='''βουλητέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ., ὃν πρέπει τις νὰ θελήσῃ ἢ ἐπιθυμήσῃ, Ἀριστ. Ἠθ. Μ. 2. 11, 7. 2) βουλητέον, πρέπει τις νὰ θελήσῃ ἢ ἐπιθυμήσῃ, ὁ αὐτ. Ρητ. π. Ἀλ. 1.
}}
{{DGE
|dgtxt=-α, -ον<br />[[que ha de ser objeto de deseo]] τὸ β. Arist.<i>MM</i> 1208<sup>b</sup>38.
}}
}}

Revision as of 12:21, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βουλητέος Medium diacritics: βουλητέος Low diacritics: βουλητέος Capitals: ΒΟΥΛΗΤΕΟΣ
Transliteration A: boulētéos Transliteration B: boulēteos Transliteration C: vouliteos Beta Code: boulhte/os

English (LSJ)

α, ον,

   A to be wished for, τὸ β. Arist. MM1208b38.    2 βουλητέον, one must wish for, Id.Rh.Al.1420b23.

Greek (Liddell-Scott)

βουλητέος: -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ., ὃν πρέπει τις νὰ θελήσῃ ἢ ἐπιθυμήσῃ, Ἀριστ. Ἠθ. Μ. 2. 11, 7. 2) βουλητέον, πρέπει τις νὰ θελήσῃ ἢ ἐπιθυμήσῃ, ὁ αὐτ. Ρητ. π. Ἀλ. 1.

Spanish (DGE)

-α, -ον
que ha de ser objeto de deseo τὸ β. Arist.MM 1208b38.