ἄνθισμα: Difference between revisions
From LSJ
Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau
(6_5) |
(big3_4) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄνθισμα''': -ατος, τό, ([[ἀνθίζω]]) [[ἔνδυμα]] ἀνθηρὸν καὶ ποικιλόχρουν, «ὡς γὰρ τὸν δραπέτην τὰ στίγματα, οὕτω τὴν μοιχαλίδα δείκνυσι τὰ ἀνθίσματα» Κλήμ. Ἀλ. 258. | |lstext='''ἄνθισμα''': -ατος, τό, ([[ἀνθίζω]]) [[ἔνδυμα]] ἀνθηρὸν καὶ ποικιλόχρουν, «ὡς γὰρ τὸν δραπέτην τὰ στίγματα, οὕτω τὴν μοιχαλίδα δείκνυσι τὰ ἀνθίσματα» Κλήμ. Ἀλ. 258. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[vestido de colores brillantes]] Clem.Al.<i>Paed</i>.3.2.10. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:13, 21 August 2017
German (Pape)
[Seite 232] τό, Farbenschmuck, Schminke, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἄνθισμα: -ατος, τό, (ἀνθίζω) ἔνδυμα ἀνθηρὸν καὶ ποικιλόχρουν, «ὡς γὰρ τὸν δραπέτην τὰ στίγματα, οὕτω τὴν μοιχαλίδα δείκνυσι τὰ ἀνθίσματα» Κλήμ. Ἀλ. 258.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
vestido de colores brillantes Clem.Al.Paed.3.2.10.