διόπτρισις: Difference between revisions

From LSJ

Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau

Menander, Monostichoi, 261
(6_8)
(big3_12)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''διόπτρισις''': -εως, ἡ, [[ἐξέτασις]] [[ἀκριβής]], Ἰω. Χρυσόστ. 5, 41.
|lstext='''διόπτρισις''': -εως, ἡ, [[ἐξέτασις]] [[ἀκριβής]], Ἰω. Χρυσόστ. 5, 41.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />[[examen]], [[acción de examinar]] ἵνα τῇ συνεχείᾳ τῆς τοῦ λόγου διοπτρίσεως τῆς τοῦ ἀρχετύπου ὁμοιότητος μὴ διαμάρτωμεν Chrys.M.56.544.
}}
}}

Revision as of 11:59, 21 August 2017

German (Pape)

[Seite 634] ἡ, das Betrachten, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

διόπτρισις: -εως, ἡ, ἐξέτασις ἀκριβής, Ἰω. Χρυσόστ. 5, 41.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
examen, acción de examinar ἵνα τῇ συνεχείᾳ τῆς τοῦ λόγου διοπτρίσεως τῆς τοῦ ἀρχετύπου ὁμοιότητος μὴ διαμάρτωμεν Chrys.M.56.544.