δεκάδελτος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ λύσῃς, ὦ ξένε, τόν ἐν τῆ οἰκία φίλον; (Ου λύσης, ω ξένε, τον εν τη οικία φίλον) → Won't you release the friend?

Source
(6_17)
 
(8)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''δεκάδελτος''': -ον, ὁ ἐκ [[δέκα]] δέλτων (πινάκων) συγκείμενος, [[νόμος]] Διον. Ἁλ.
|lstext='''δεκάδελτος''': -ον, ὁ ἐκ [[δέκα]] δέλτων (πινάκων) συγκείμενος, [[νόμος]] Διον. Ἁλ.
}}
{{grml
|mltxt=[[δεκάδελτος]], -ον (Α)<br />[[γραμμένος]] σε [[δέκα]] δέλτους ή πίνακες.
}}
}}

Latest revision as of 07:03, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

δεκάδελτος: -ον, ὁ ἐκ δέκα δέλτων (πινάκων) συγκείμενος, νόμος Διον. Ἁλ.

Greek Monolingual

δεκάδελτος, -ον (Α)
γραμμένος σε δέκα δέλτους ή πίνακες.