κατέσθω: Difference between revisions
From LSJ
(6_20) |
(20) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατέσθω''': ποιητ. ἀντὶ τοῦ προηγ., Πυθαγ. σ. 713 Gale, Ἀνθ. Πλαν. 4. 240. | |lstext='''κατέσθω''': ποιητ. ἀντὶ τοῦ προηγ., Πυθαγ. σ. 713 Gale, Ἀνθ. Πλαν. 4. 240. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κατέσθω]] (Α)<br />μεταπλασμένος ποιητ. τ. και μτγν<br />τ. του [[κατεσθίω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:22, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 1398] p. = Vorigem, σῦκα κατέσθων Philp. 56 (Plan. 240).
Greek (Liddell-Scott)
κατέσθω: ποιητ. ἀντὶ τοῦ προηγ., Πυθαγ. σ. 713 Gale, Ἀνθ. Πλαν. 4. 240.